Τευχος 32


ΗΜΕΡΙΔΑ
«ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ»

Η ΔΙΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑ
ΚΑΙ ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ

Ομιλία κου Κ. Καρκανιά

Αγαπητοί φίλοι,

Αγαπητά μέλη και μη μέλη του Οργανισμού για την Διάδοση της Ελληνικής Γλώσσας,

     Σας που είστε σήμερα μαζί μας, που αφιερώσατε ένα απόγευμα μιας τόσο όμορφης Κυριακής για να μετάσχετε σε αυτή την σημαντική, όπως περιμένουμε, ημερίδα.
     Θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές αυτού του Πολυσυνεδρίου και Εκθέσεως για το Χρήμα του MONEY SHOW για την δωρεάν παραχώρηση του χώρου και την βοήθειά τους στην επιτυχία της σημερινής εκδήλωσης.
     Όπως γνωρίζετε αυτή είναι η δεύτερη φορά που μετέχουμε σε αυτή την έκθεση.
     Πριν προχωρήσουμε όμως θα ήθελα να ευχαριστήσω τους Υπουργούς Παιδείας και Τουρισμού καθώς και την Ευρωβουλευτίνα κα Παναγιωτοπούλου – Κασσιώτου που θέλησαν να απευθύνουν χαιρετισμό στην εκδήλωσή μας.
     Στην περσινή μας αντίστοιχη εκδήλωση είχαμε ασχοληθεί με το σπουδαίο γλωσσικό αλλά και οικονομικό θέμα, αυτό της Γλώσσας της Διαφήμισης.
     Φέτος αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με ένα εξ ίσου σημαντικό θέμα, που ταιριάζει και με την μορφή του Πολυσυνεδρίου MONEY SHOW. Το θέμα μας, όπως γνωρίζετε, «Τα οικονομικά της διάδοσης της Ελληνικής Γλώσσας».
     Είναι αλήθεια ότι από τότε που ανακοινώσαμε τον τίτλο της σημερινής εκδήλωσης πολλοί φίλοι απόρησαν και αρκετοί μας ρώτησαν γιατί δεν επιλέξαμε κάποιο θέμα πιο ενδιαφέρον –εννοούσαν κάτι που να έχει άμεση σχέση με την γλώσσα μας ή με τις δράσεις μας για την υποστήριξη της διάδοσής της.
     Η απάντηση βεβαίως ήταν και είναι προφανής και έχει δοθεί με λέξεις ελληνικές πριν από 2.500 χρόνια. Γιατί «δει δε χρημάτων και άνευ πόνων ουδέν εστί γενέσθαι των δεόντων».

Αγαπητοί φίλοι,
Για να διαδώσουμε την ελληνική γλώσσα χρειαζόμαστε χρήματα
· για την προβολή της,
· για την λειτουργία σχολείων,
· για την πληρωμή καθηγητών,
· για την αγορά βιβλίων,
· για την χορήγηση υποτροφιών,
· για την οργάνωση εξετάσεων κλπ.
     Και αυτά τα χρήματα κάποιοι τα δίδουν. Και από αυτά τα χρήματα κάποιοι παίρνουν μισθούς και κάποιοι κερδίζουν.
     Υπάρχει λοιπόν ένα μεγάλο πεδίο έρευνας ποσοτικής σχετικά με όλο αυτό το κύκλωμα διακίνησης χρημάτων και προσπαθειών και σχετικά με τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας.
     Αυτόν τον στόχο έχει η σημερινή ημερίδα. Δεν φιλοδοξούμε βεβαίως να εξαντλήσουμε το θέμα, αλλά να προσπαθήσουμε να θέσουμε τα βασικά ερωτήματα και να σημειώσουμε κάποιες αρχικές απαντήσεις.
     Όταν μιλάμε για διάδοση της ελληνικής γλώσσας πρέπει να έχουμε κατά νου κάποια βασικά θέματα:
· Για ποιους γίνεται η προσπάθεια
· Γιατί πρέπει να γίνεται προσπάθεια
· Γιατί να μάθει κάποιος Νέα Ελληνικά
· Ποιοι ασχολούνται με την προσπάθεια διάδοσης και ποιοι πληρώνουν
· Ποιοι διδάσκουν
· Με ποια μέθοδο, με ποια βιβλία
· Πώς μετρούνται τα αποτελέσματα
     Για αυτά τα θέματα θα μιλήσουν οι εκλεκτοί ομιλητές, που αποδέχθηκαν την πρόσκλησή μας και προέρχονται και από τον δημόσιο και από τον ιδιωτικό τομέα.
     Εγώ θα προσπαθήσω να κάνω μια εισαγωγή στο όλο θέμα, για να φανεί και ποια ήταν η λογική της προσκλήσεως των σημερινών ομιλητών.
     Ξεκινώ λέγοντας, ότι δεν υπάρχει ένας γενικός συντονισμός των σχετικών δράσεων.
Ο δημόσιος φορέας αγνοεί τι κάνει ο ιδιωτικός και το αντίστροφο
Οι διάφοροι οργανισμοί του δημόσιου τομέα πολλές φορές αγνοούν ο ένας τι κάνει ο άλλος
Όσοι ζουν σε μια χώρα δεν γνωρίζουν τι γίνεται στην διπλανή ή στην πιο μακρινή
     Εν τούτοις υπάρχει ένα νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο καθορίζει τον συντονισμό μεταξύ τουλάχιστον των δημοσίων φορέων.
     Πρόκειται για ένα Συμβούλιο με ένα πολύ ασθενικό τίτλο «Συμβούλιο στο Ι.Π.Ο.Δ.Ε. για την επεξεργασία προτάσεων σε θέματα αρμοδιότητας του Ι.Π.Ο.Δ.Ε.». Μέλη του είναι:
· ο πρόεδρος του Ι.Π.Ο.Δ.Ε. ως πρόεδρος
· ένας εκπρόσωπος της Αρχιεπισκοπής Αμερικής
· ένας εκπρόσωπος της Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας
· ένας εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας
· πέντε εκπρόσωποι που ορίζονται από το ΣΑΕ
· ένας εκπρόσωπος του ΥΠΕΠΘ
· ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών
· ένας εκπρόσωπος του Υπουργού Πολιτισμού
· ένας εκπρόσωπος της Γενικής Γραμματείας Αποδήμου Ελληνισμού
· ένας εκπρόσωπος του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού.
     Οι προτάσεις του Συμβουλίου κοινοποιούνται στον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Το συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.


ΚΑΠΟΙΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
  1. Λέγεται ότι υπάρχουν 7.000.000 ομογενείς στον κόσμο. Εάν αυτός ο αριθμός είναι πραγματικός θα έχουμε περίπου 1.000.000 πατριώτες μας σε ηλικίες 6-24 ετών εκτός Ελλάδας. Αυτοί βρίσκονται στο σχολείο από το πρωτοβάθμιο έως το Πανεπιστήμιο και αυτοί θα έπρεπε να μαθαίνουν ελληνικά μέσα ή έξω από το κανονικό εκπαιδευτικό σύστημα των χωρών όπου ζουν.
  2. 2. Λέγεται ότι στην Ελλάδα υπάρχουν περισσότεροι από 1.000.000 οικονομικοί μετανάστες. Αυτοί έχουν μάθει ή μαθαίνουν ελληνικά γιατί τα χρειάζονται. Απ’ αυτούς περίπου 100.000 βρίσκονται σήμερα σε σχολεία –δημοτικά έως πανεπιστήμια και επίσης γνωρίζουν ελληνικά. Εξ άλλου, άλλοι τόσοι έχουν ήδη αποφοιτήσει (από το 1990 έως σήμερα) από ελληνικά σχολεία και γνωρίζουν ελληνικά. Οι υπόλοιποι μαθαίνουν ελληνικά μόνοι τους ή σε φροντιστήρια ή σε προγράμματα χρηματοδοτούμενα από δήμους ή Υπουργεία ή την Ευρωπαϊκή Ένωση.
  3. Δεν έχουμε όμως συνολικά στοιχεία σχετικά με το πόσοι μαθαίνουν ή με το πόσοι έχουν μάθει ελληνικά και σε ποιο επίπεδο όλα αυτά τα χρόνια.
  4. Λέγεται ότι στον κόσμο υπάρχουν 300 έδρες Νέων Ελληνικών Σπουδών, στις οποίες διδάσκεται η Νέα Ελληνική Γλώσσα, ο Πολιτισμός, η Ιστορία μας. Δεν γνωρίζουμε όμως πόσοι είναι οι φοιτητές και ποιος πληρώνει για την εκπαίδευσή τους.
  5. Γνωρίζουμε επίσης ότι πολλοί ξένοι μαθαίνουν Νέα Ελληνικά σε φροντιστήρια ή ειδικά σχολεία σε όλο τον κόσμο και την Ελλάδα. Δεν γνωρίζουμε όμως πόσοι είναι αυτοί και ποιος πληρώνει για την εκπαίδευσή τους.
  6. Γνωρίζουμε, ότι για όλη την ανωτέρω εκπαιδευτική δραστηριότητα χρησιμοποιούνται διδακτικά βιβλία και άλλο σχετικό υλικό, που παράγονται σε άλλες χώρες αλλά και στην Ελλάδα.
    Δεν έχουμε όμως μια συνολική εικόνα για τα έσοδα από αυτή την δραστηριότητα.
  7. Γνωρίζουμε, ότι η ελληνική (αλλά και η κυπριακή) Πολιτεία αλλά και διάφορα Ιδρύματα, Σύλλογοι, ιδιώτες βοηθούν οικονομικά και οργανωτικά τα Σχολεία κάθε είδους στα οποία διδάσκεται η Ελληνική Γλώσσα (πρωτοβάθμια έως Πανεπιστήμια, Φροντιστήρια κ.λπ.).
    Δεν έχουμε όμως μια συνολική εικόνα των ποσών που δαπανούνται για αυτές τις δράσεις.
  8. Γνωρίζουμε ότι το Συμβούλιο Αποδήμου Ελληνισμού ενδιαφέρεται πολύ για την διδασκαλία της ελληνικής στους Ομογενείς.
    Δεν γνωρίζουμε όμως πάλι τα οικονομικά αυτού του ενδιαφέροντος ή των σχετικών δράσεων.
  9. Γνωρίζουμε, ότι η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας σε ομογενείς, μετανάστες, άλλους ξένους είναι σημαντική για την χώρα για λόγους κοινωνικούς και πολιτικούς.
    Δεν γνωρίζουμε όμως ποια είναι και ποια μπορεί να είναι η γενικότερη οικονομική σημασία και στον τομέα των εξόδων όσων εμπλέκονται αλλά και στην πορεία των εσόδων όσων εργάζονται σε αυτόν τον τομέα, όσων παράγουν και πωλούν εκπαιδευτικό υλικό, όσων λειτουργούν ιδιωτικά σχολεία διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας, όσων πωλούν ελληνικά βιβλία ή άλλα ελληνικά προϊόντα στους μαθητές και αποφοίτους αυτών των σχολείων.
Κάποιες απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα θα δώσουν, όπως ήδη είπα, οι σημερινοί ομιλητές.
Θα ήθελα όμως να θέσω υπ’ όψιν σας κάποιες πρόχειρες δικές μου σκέψεις.
  • Στον Οργανισμό μας επί πολλά χρόνια βλέπουμε, ότι υπάρχει σε όλο τον κόσμο ένα μεγάλο ενδιαφέρον για την μάθηση της ελληνικής γλώσσας από αλλογενείς εκτός Ελλάδας – ένα ενδιαφέρον σχεδόν πηγαίο.
  • Υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να μάθουν την γλώσσα μας απλά και μόνο επειδή είναι η γλώσσα της Ελλάδας, των Ελλήνων, επειδή είναι η συνέχεια της γλώσσας, του Σωκράτη, του Αλεξάνδρου, της Κλεοπάτρας, των Ευαγγελίων, των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, των Βασιλέων στην Κωνσταντινούπολη, του Κυρίλλου και του Μεθοδίου, των Επαναστατών του ’21, του Παλαμά, του Καβάφη, του Καζαντζάκη, του Σεφέρη, του Ελύτη, του Θεοδωράκη.
  • Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στο Μοντεβίντες και στην πόλη του Μεξικού. Όπως και στην Τασκένδη και στην Καλκούτα και στην Σανγκάη και στο Ναϊρόμπι.
  • Και μιλάμε για απλούς ανθρώπους, όχι για αυτούς που σπουδάζουν σε Πανεπιστήμια Ελληνικής Φιλολογίας.
  • Και υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες νέοι και πολλά εκατομμύρια μεγαλύτεροι που μαθαίνουν ή έχουν μάθει αρχαία ελληνικά στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση και θέλουν να κάνουν ένα βήμα στα Νέα Ελληνικά.
  • Και αυτοί θέλουν και μπορούν να πληρώσουν για να μάθουν.
  • Για όλους αυτούς δεν υπάρχει κανείς σχεδιασμός, γιατί συνήθως το ελληνικό κράτος ….. πώς να βοηθήσει τους ομογενείς.
  • Εξ άλλου υπάρχουν οι οικονομικοί μετανάστες, οι οποίοι έχουν λόγο να μάθουν ελληνικά και θα ήταν δυνατόν να ενισχυθεί το ενδιαφέρον τους για τα Νέα Ελληνικά, αν συνδυαζόταν με τις άδειες παραμονής και εργασίας. Και βεβαίως και αυτοί μπορούν να πληρώσουν για να μάθουν – ήδη αρκετοί πληρώνουν.
  • Επίσης υπάρχουν πολλές χιλιάδες ξένων που δουλεύουν σε ελληνικές εταιρείες στο εξωτερικό, οι οποίοι έχουν συμφέρον –και οι εργοδότες τους έχουν αντίστοιχο συμφέρον– να μάθουν ελληνικά.
Για να ικανοποιηθούν οι ανωτέρω ανάγκες έχουν σημαντικό οικονομικό ενδιαφέρον, το οποίο πρέπει να διεγερθεί ακόμη περισσότερο.
Πόσους όμως ενδιαφέρουν όλες αυτές οι προσπάθειες και τα αποτελέσματά τους;
Γιατί είναι καλό να αυξηθεί ο αριθμός των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που μαθαίνουν ελληνικά;
Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα αφήσω να τις δώσει ένα κείμενο του 1990, νομίζω, του Βρετανού πρώην Πρωθυπουργού Τόνυ Μπλερ.
Έλεγε ο κος Μπλερ για να δικαιολογήσει τις μεγάλες δαπάνες του αγγλικού προϋπολογισμού για την προώθηση της εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας και την αύξηση του αριθμού των φοιτητών στα Βρετανικά Πανεπιστήμια. Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα:
«Παντού, όπου πηγαίνω συναντώ ανθρώπους που μιλούν την γλώσσα μας και έχουν τελειώσει τα Πανεπιστήμιά μας»
Αυτό δείχνει την σημασία που έχει για την Βρετανία η αύξηση της αγγλομάθειας.
Φοβούμαι ότι εμείς και όσοι ακόμα διαθέτουν χρήματα δεν έχουμε σχεδιασμό.
Τελειώνοντας θα πω δυο λόγια για την ανάγκη μέτρησης της αποτελεσματικότητας όλων των ενεργειών που γίνονται για την διάδοση της ελληνικής γλώσσας.
Γνωρίζουμε, ότι πολλές φορές οι καλές προθέσεις της πολιτείας και η δαπάνη πολλών χρημάτων από τον προϋπολογισμό μας δεν φέρνουν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Ίσως γιατί δεν έχουν τεθεί στόχοι.
Σαν παράδειγμα αναφέρω ότι υπάρχουν πολλές περιπτώσεις καθηγητών που στέλνονται από την Ελλάδα στο εξωτερικό και οι οποίοι καταλήγουν να διδάσκουν κάποιες λιγοστές ώρες ανά εβδομάδα σε τάξεις των 3-4 μαθητών.
Πρέπει λοιπόν να θυμόμαστε, ότι για να πετύχουμε την διάδοση της ελληνικής γλώσσας σε ομογενείς και αλλογενείς.
Χρειαζόμαστε χρήματα
Χρειαζόμαστε πληροφόρηση
Χρειαζόμαστε γενικό συντονισμό
Χρειαζόμαστε ένα παρατηρητήριο για μέτρηση των αποτελεσμάτων και της αποτελεσματικότητας των δαπανών και των προσπαθειών που κάνουμε.



Βασιλική Καβάγια, Σχολείο Ελληνικών «Μέγας Αλέξανδρος»

«Διδασκαλία ελληνικών σε ξένους από το 1972,
μια αυτοχρηματοδοτούμενη ιδιωτική προσπάθεια»

Ιστορικό. Το Σχολείο Ελληνικών «Μέγας Αλέξανδρος» λειτουργεί από το 1972 και ξεκίνησε για να καλύψει την ανάγκη διδασκαλίας ελληνικών σε ξένους σπουδαστές των Σχολών ΔΕΛΤΑ.

Σήμερα με το όνομα αυτό λειτουργούν τμήματα ελληνικών για ξένους από την Ευρωπαϊκή Εκπαιδευτική Εταιρεία και το Ελληνοβρετανικό Κολλέγιο στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και τα Χανιά.

Σημειώνουμε δε, ότι το Σχολείο πήρε το όνομα αυτό, γιατί ο Μακεδόνας στρατηγός ήταν ο πρώτος που ίδρυσε στην Βαβυλώνα το πρώτο οργανωμένο σχολείο εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας σε μη Έλληνες.

Είμαστε ένα καθαρά ιδιωτικό σχολείο και δεν έχουμε καμιά επιχορήγηση από το κράτος. Οι μαθητές μας πληρώνουν δίδακτρα, με τα οποία καλύπτουμε τα έξοδά μας και έχουμε και κέρδος.

Μία από τις δραστηριότητες του σχολείου μας είναι και η ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού. Από την αρχή της λειτουργίας μας αναπτύξαμε δικό μας εκπαιδευτικό υλικό (βιβλία, γραμματικές, λεξικά κ.ά.).

Η δράση μας αυτή συστηματοποιήθηκε ακόμη περισσότερο από το 1985 κι έπειτα, όπου εκτελέσαμε ένα μεγάλο πρόγραμμα επιμόρφωσης στην γλώσσα πολλών επαναπατρισθέντων πολιτικών προσφύγων.

Τότε και κυρίως από το 1990 και μετά, είτε μόνοι μας είτε μέσα από διάφορα ευρωπαϊκά προγράμματα, από τα οποία και επιχορηγηθήκαμε κατά ένα ποσοστό, αναπτύξαμε πρόσθετο εκπαιδευτικό υλικό για την διδασκαλία της ελληνικής σε ξένους, τόσο για γενική όσο και για ειδική χρήση (παραπέμπουμε τον αγγλικό όρο «English for Specific Purposes»).

Ξεκινήσαμε από τα γενικά ελληνικά, με την σειρά «Ταξίδι στην Ελλάδα» για τα τρία επίπεδα, με βάση την επιπεδοποίηση του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, όπου το υλικό βασίζεται στην ιδέα του «ταξιδιού» σε πόλεις της Ελλάδας ή άλλων χωρών που είχαν ή και εξακολουθούν να έχουν σχέση με το ελληνικό στοιχείο.

Την περίοδο αυτή, εργαζόμαστε και σε συμπληρωματικό υλικό. Πρόκειται, αρχικά για το «Τραγουδώ Ελληνικά», βιβλίο που στηρίζεται σε τραγούδια παραδοσιακά και σύγχρονα, και μέσα από αυτά ο μαθητής κατακτά την ελληνική, ενώ παράλληλα διεισδύει πιο αποτελεσματικά και πιο δημιουργικά τον ελληνικό τρόπο σκέψης και ζωής.

Ακολουθεί το «Διαδρομές από τα Αρχαία στα Νέα Ελληνικά», όπου επιχειρείται ένα πέρασμα από την αρχαία ελληνική στην νέα, σε μια προσπάθεια να πειστεί ο μαθητής ότι οι διαφορές μπορούν να εντοπιστούν και να διευκολυνθεί η διαδικασία εκμάθησης. Απευθύνεται, δηλαδή, σε ξένους που γνωρίζουν ήδη την αρχαία ελληνική γλώσσα.

Δουλεύουμε, επίσης, το εκπαιδευτικό υλικό «Γνωρίζεις ήδη Ελληνικά», σε μια προσπάθεια να ωθήσουμε τους ξένους να μάθουν την ελληνική γλώσσα, δεδομένου ότι στις δικές τους γλώσσες υπάρχουν λέξεις που προέρχονται από την ελληνική. Το υλικό, δηλαδή, θα βασίζεται στο ήδη γνωστό λεξιλόγιο.

Στην πορεία, δεδομένου ότι απ’ όσο γνωρίζουμε, έχουν γίνει ελάχιστες προσπάθειες για ανάπτυξη υλικού, που να απευθύνεται σε ειδικές περιπτώσεις, επιδιώξαμε να ασχοληθούμε με μια σειρά εκπαιδευτικού υλικού για διδασκαλία της ελληνικής για επαγγελματικούς σκοπούς.

Έτσι, μιλάμε για τα «Τουριστικά Ελληνικά», όπου καταπιανόμαστε με συγκεκριμένα περιβάλλοντα χρήσης της γλώσσας και διάφορες επικοινωνιακές καταστάσεις. Ακολουθούν τα «Επιχειρηματικά Ελληνικά», όπου η έμφαση δίνεται στην χρήση της γλώσσας σε επιχειρηματικά περιβάλλοντα, και τα «Επιστημονικά Ελληνικά», με λεξιλόγιο και δομές διαφόρων επιστημονικών κλάδων.

Πέρα από την ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού και όσον αφορά τους μαθητές μας, αυτοί προέρχονται από όλον τον κόσμο. Κατά ένα ποσοστό 60% έχουμε μαθητές από την Ευρώπη, περίπου το 30% προέρχεται από την Αμερική και ένα 10% από την Ασία και την Αυστραλία. Δεν έχουμε μαθητές από την Αφρική, και αυτό ίσως εξηγείται από τα υψηλά δίδακτρα.
Σχετικά με την ηλικία τους, το μεγαλύτερο ποσοστό είναι από 18 ετών και πάνω, ενώ δεν λείπουν και οι περιπτώσεις αυτών που έρχονται συνοδευόμενοι από τους γονείς τους στην Ελλάδα για μαθήματα νέων ή και αρχαίων ελληνικών.
Όσον αφορά το επάγγελμα ή την ιδιότητά τους, βάσει των όσων δηλώνουν, είναι φοιτητές, καθηγητές, επιστήμονες, μεταφραστές, σύμβουλοι επιχειρήσεων, υπάλληλοι εταιρειών είτε στην Αθήνα είτε στο εξωτερικό, υπάλληλοι Πρεσβειών, υπάλληλοι Υπουργείων κλπ.
Αν εξαιρέσουμε αυτούς που έρχονται στο Σχολείο μας να μάθουν την ελληνική γλώσσα για επαγγελματικούς σκοπούς, ένα σημαντικό ποσοστό ενδιαφέρεται για τον ελληνικό πολιτισμό. Θέλει να μάθει την ελληνική γλώσσα, γιατί θέλει να γνωρίσει την ελληνική κουλτούρα και τον ελληνικό τρόπο ζωής και σκέψης. Θέλει να περάσει ένα χρονικό διάστημα βιώνοντας την σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Και εμείς θέλοντας να συμβάλλουμε σε αυτό, περιλαμβάνουμε στο πρόγραμμα μαθημάτων μας, διαλέξεις για την ελληνική μουσική και λογοτεχνία, περιπάτους και φαγητό, επισκέψεις σε μουσεία κλπ. Όσον αφορά τα δίδακτρά μας, αυτά σε γενικές γραμμές είναι υψηλά.
Δίνονται βέβαια και υποτροφίες στο σχολείο μας κυρίως σε περιπτώσεις που κρίνεται αναγκαίο.
Για να γίνει περισσότερο κατανοητό αυτό που αναφέρω, ένας μήνας μαθημάτων στο δικό μας σχολείο μπορεί να κοστίσει όσο σε άλλους εκπαιδευτικούς οργανισμούς στοιχίζει ένα πεντάμηνο παρακολούθησης.
Πρέπει να αναλογιστεί όμως κανείς ότι τα οικονομικά οφέλη από τα μαθήματά μας, μας δίνουν την δυνατότητα να απασχολούμε αρκετά αξιόλογους καθηγητές -μιλάμε για δώδεκα καθηγητές και στις τρεις πόλεις- και διοικητικό προσωπικό και να έχουμε ένα ωραίο κτίριο, με ωραίες αίθουσες, με οπτικοακουστικά μέσα, με βιβλιοθήκη, υπολογιστές, καφετέρια κλπ.
Επίσης, οικονομικά οφέλη δημιουργούνται και για τα ξενοδοχεία στα οποία οι μαθητές διαμένουν, αλλά και στο καθημερινό τους φαγητό, την μετακίνησή τους και φυσικά την διασκέδασή τους.
Επομένως, εμείς δημιουργούμε έναν ουσιαστικό κύκλο εργασιών και γενικά ένα ουσιαστικό κέρδος, το οποίο διαμοιράζεται σε πολλούς τομείς. Είμαστε περήφανοι γι’ αυτά τα αποτελέσματα και προσπαθούμε να τα ανεβάσουμε ακόμη περισσότερο.

Για να το πετύχουμε, όμως, αυτό, είναι απαραίτητη και η υποστήριξη του Σχολείου μας από το κράτος. Η βοήθεια που έχουμε ως ιδιωτικός φορέας από το ελληνικό κράτος είναι μηδαμινή.
Το Σχολείο μας έχει συμπεριληφθεί στους καταλόγους της Διεύθυνσης Διεθνών Εκπαιδευτικών Σχέσεων του Υπουργείου Παιδείας, μαζί με τα υπόλοιπα εκπαιδευτικά κέντρα που διδάσκουν την ελληνική ως ξένη γλώσσα.
Συμπεριλαμβάνεται, επίσης, σε καταλόγους του Κέντρου Ελληνικής γλώσσας, ως χώρος διδασκαλίας της ελληνικής ως ξένης.
Συμμετείχαμε και εξακολουθούμε να το κάνουμε με φυλλάδιά μας ή άλλο υλικό στην έκθεση της Expolangues στο Παρίσι, στο Περίπτερο του Υπουργείου Παιδείας.
Αποδεχόμαστε, τέλος, προσκλήσεις για προβολή του Σχολείου μας σε διάφορες εκδηλώσεις ανά τον κόσμο, με τελευταία την πρόσκληση του Έλληνα Πρόξενου στην Λουμπλιάνα για συμμετοχή σε μια τοπική τους έκθεση.

Τι θα μπορούσε να γίνει στην περίπτωση των ιδιωτικών σχολείων εκμάθησης της ελληνικής ως ξένης;
Καλό θα ήταν να υπήρχαν συγκεκριμένες στρατηγικές προώθησης από την πλευρά του Υπουργείου Παιδείας.
Χωρίς να συγκρίνονται βέβαια τα μεγέθη, παρόλα αυτά πρέπει να αναφέρουμε ότι η αγγλική κυβέρνηση, για παράδειγμα, κάνει ουσιαστικά πράγματα για την προώθηση των ιδιωτικών οργανισμών εκμάθησης της αγγλικής, αλλά και των εκδόσεων στην Μεγάλη Βρετανία και σε όλον τον κόσμο. Παρουσιάζει καταλόγους σχολείων όπου διδάσκεται η αγγλική, όπως και καταλόγους βιβλίων που εκδίδονται τόσο από Πανεπιστημιακούς εκδοτικούς οργανισμούς, όσο και από ιδιωτικούς φορείς.
Μια τέτοια προοπτική στην ελληνική πραγματικότητα, θα έδινε την δυνατότητα σε εμάς αλλά και σε άλλα ιδιωτικά σχολεία να αυξήσουμε τον αριθμό των μαθητών μας και κατά συνέπεια να απασχολήσουμε μεγαλύτερο αριθμό καθηγητών και διοικητικού προσωπικού.
Με άλλα λόγια, αυτό που ζητάμε δεν είναι άμεση οικονομική ενίσχυση από το κράτος. Πιστεύουμε ότι υπάρχουν μαθητές που θέλουν να διδαχτούν την ελληνική και είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν γι’ αυτό, με κέρδος, που όπως προανέφερα, να διαμοιράζεται σε πολλούς διαφορετικούς τομείς.
Επομένως, από την μια πλευρά, το κράτος οφείλει να βοηθήσει με την προβολή των ιδιωτικών αυτών σχολείων, με την αναγνώρισή τους μέσα από σχετικές εκθέσεις, μέσω του διαδικτύου ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.
Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να γίνει μια συλλογική προσπάθεια από όλους τους φορείς, όπου διδάσκεται η ελληνική σε ξένους, προκειμένου αυτοί που επιθυμούν να μάθουν την γλώσσα μας -με εξαίρεση πάντα βέβαια ειδικές περιπτώσεις- να αφήνουν ουσιαστικό κέρδος στην χώρα μας.
Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, όλο αυτό μπορεί να αποτελέσει μια κερδοφόρα επιχείρηση, με αποτελέσματα που μπορούν να συμβάλουν στην βελτίωση των σχολικών εγκαταστάσεων, στον εμπλουτισμό των βιβλιοθηκών, στην παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού και κυρίως στην βελτίωση των συνθηκών εργασίας μας.


επιστροφή