Τευχος 26



Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΞΑΝΑΓΡΑΦΕΤΑΙ ΣΕ ΠΕΝΤΑΕΤΕΣ ΠΛΑΝΟ

Ο διεθνής οίκος γνωστός για τα κοσμήματα και τα ρολόγιά του επενδύει τώρα σε ξενοδοχεία από το Μιλάνο ως το Μπαλί

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΠΟΥΤΕΤΣΗ

Πάνω απ' όλα ο όμιλος Bulgari ανθεί οικονομικά. Το 2006 τα καθαρά του έσοδα αυξήθηκαν κατά 15%, ξεπερνώντας το 1 δισ. ευρώ, με λειτουργικά κέρδη ενισχυμένα κατά 9,2%. Ταυτόχρονα η εισηγμένη, αν και οικογενειακά διοικούμενη, επιχείρηση επιχειρεί να εξουδετερώσει την αίσθηση που δημιουργούν κάποιοι κύκλοι ότι έχει χάσει τον εκλεπτυσμένο της χαρακτήρα και την κομψότητα που τη χαρακτήριζε τις δεκαετίες του 1960 και του 1970.




Το κατάστημα Bulgari, το 1920, στη Βία ντέι Κοντότι. Τα κοσμήματα στη βιτρίνα μαρτυρούν την αυξανόμενη κυριαρχία τους στη δραστηριότητα της επιχείρησης



Με ρίζες σε μια παλαιά οικογένεια ελλήνων αργυροχόων, οι Μπούλγκαρι ξεκίνησαν από ένα μικρό χωριό της Ηπείρου, τους Καλαρρύτες στα Τζουμέρκα, όταν ο ιδρυτής τους Σωτήριος Βούλγαρης άρχισε να φτιάχνει αντικείμενα από ασήμι. Στα τέλη του 19ου αιώνα μετακόμισε στην Ιταλία και το 1884 άνοιξε το πρώτο του κατάστημα στη Βία Σιστίνα της Ρώμης. Με τη βοήθεια των γιων του Κωνσταντίνου (Κωνσταντίνο) και Γιώργου (Τζιόρτζιο) εγκαταστάθηκε επίσημα στην πολυσυζητημένη Βία Κοντότι, όπου και σήμερα βρίσκεται το κατάστημα-έμβλημα του οίκου. Στις αρχές του 20ού αιώνα τα δύο αδέλφια εξειδίκευσαν το ενδιαφέρον και την τεχνική τους στις πολύτιμες πέτρες, αναλαμβάνοντας σιγά σιγά και τη διαχείριση της επιχείρησης.

Οι προοπτικές του οίκου είναι ρόδινες, σύμφωνα και με τον κ. Τζέιμς Χάρλεϊ, διευθύνοντα σύμβουλο της Telsey Advisory Group και επικεφαλής των αναλυτών του κλάδου των πολυτελών ειδών, ο οποίος έχει αναλάβει να υλοποιήσει την αναμόρφωση της εικόνας μαζί με τον 50χρονο διευθύνοντα σύμβουλο και απόγονο της οικογένειας κ. Φραντσέσκο Τραπάνι. Το τελευταίο μεγάλο τόλμημα του κ. Τραπάνι προς αυτή την κατεύθυνση είναι το ξενοδοχείο και spa στο Μιλάνο και το ολοκαίνουργο θέρετρο στο Μπαλί. Η λειτουργία των ξενοδοχείων Bulgari είναι διαφορετική από αυτήν παρόμοιων πολυτελών σημάτων, όπως Armani και Versace. "Δεν χορηγήσαμε άδεια για τη χρήση του ονόματός μας" σχολιάζει ο κ. Τραπάνι. "Δεν θέλαμε να είμαστε απλώς επενδυτές. Γι' αυτό έχουμε στην κατοχή μας το 65% και η Ritz-Carlton το 35%. Σε αυτούς τους ρόλους εμείς ορίζουμε μόνο τον σχεδιασμό και την εικόνα και αποφασίζουμε τις υπηρεσίες που θα θέλαμε να προσφέρουμε" συμπληρώνει.

Ο κ. Τραπάνι αισθάνεται πολύ σίγουρος αυτόν τον καιρό. "Ξεπερνάμε τους στόχους μας" εξηγεί. Ο ίδιος και οι θείοι του Πάολο και Νικόλα Μπούλγκαρι, πρόεδρος και αντιπρόεδρος της επιχείρησης από το 1984, κρατούν το 52% που τους δίνει και τον απαραίτητο έλεγχο των κινήσεων. Ο γιος τού Αγκοστίνο Τραπάνι και της Λία Μπούλγκαρι ανέλαβε καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου σε ηλικία μόλις 27 ετών, έχοντας μόλις ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.

Σε αυτά τα 23 χρόνια ενίσχυσε το σήμα, εκτός από κοσμήματα και ρολόγια, με ξενοδοχεία, με αρώματα που φτιάχνουν οι ίδιοι, με σειρά καλλυντικών που θα λανσαριστεί στην Ιταλία στο τέλος της χρονιάς, καθώς και με αξεσουάρ, όπως τσάντες και γυαλιά ηλίου. Ουσιαστικά όμως εισήγαγε τη φιλοσοφία διεθνούς κλίμακας στην εταιρεία. Εξάλλου η μεγάλη διαφοροποίηση των προϊόντων δεν τον ανησυχεί. "Τα τελευταία δέκα χρόνια όλα στέφθηκαν με επιτυχία και φέρνουν επιπλέον χρήματα. Αρα ενισχύουν το σήμα" εξηγεί. Μέσα στα επόμενα χρόνια ελπίζει να ανοίξει τρία ή τέσσερα ακόμη ξενοδοχεία. Ετσι αναζητεί ακίνητα στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη, στο Τόκιο και στη Σανγκάη.

Παρ' όλη την ποικιλία, όμως, ο διευθύνων σύμβουλος του οίκου δηλώνει κατηγορηματικά την ταυτότητά του: "Είμαστε κοσμηματοπώλες. Εχουμε πολλές δραστηριότητες, αλλά παραμένουμε κοσμηματοπώλες". Τον πρώτο καιρό στόχος του ήταν να μεγαλώσει την εταιρεία όσο το δυνατόν γρηγορότερα σε γκάμα και δίκτυο διανομής. Σήμερα θέλει να την κάνει το μεγαλύτερο πολυτελές σήμα στον κόσμο. Η πρώτη του προσπάθεια για ποικιλία ήταν τα ρολόγια. Και επιβεβαιώθηκε. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 ο κλάδος των ρολογιών ήταν βασικός μοχλός εξέλιξης. Ο Φραντσέσκο Τραπάνι θεωρεί πως υπάρχουν δύο κατηγορίες που ενδιαφέρουν τον οίκο, εξίσου σε ό,τι αφορά το σήμα αλλά και την επιχειρηματική του στρατηγική. Η πρώτη είναι η "υψηλών απαιτήσεων" γυναικεία αγορά, ειδικά τα κοσμήματα με πολύτιμους λίθους και κυρίως διαμάντια. Η δεύτερη προσανατολίζεται στον "εκλεπτυσμένο άνδρα", με ρολόγια από χρυσό, δέρμα και εξεζητημένους μηχανισμούς.




Ο κ. Φραντσέσκο Τραπάνι, απόγονος της οικογενείας Μπούλγκαρι και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου. Ρολόι δεξιά) από τη συλλογή Bulgari Bulgari




Το 2006 ήταν σε γενικές γραμμές μια χρονιά ανάπτυξης για την επιχείρηση. Οι τέσσερις βασικές αγορές της είναι η Ιταλία, η Ιαπωνία, η Κίνα και οι ΗΠΑ. Στην Ευρώπη (εκτός της Ιταλίας) είχε αύξηση 17,3%, στην Ιαπωνία 13,6% και στην Ανατολική Ασία 6,6%. Η υπόλοιπη Μέση Ανατολή κέρδισε 7%, ενώ η Ιταλία παρέμεινε σταθερή στο 1,2%. Η Ελλάδα, από την άλλη, παρουσίασε εντυπωσιακή άνοδο με 30% στις πωλήσεις. Την ίδια στιγμή η αμερικανική αγορά, η οποία βελτιώθηκε κατά 16,2%, δείχνει να χρειάζεται μεγαλύτερη υποστήριξη. Ετσι εξηγείται η ανακαίνιση του καταστήματος της 5ης Λεωφόρου, αλλά και το επιθετικό πενταετές πλάνο που ξεκινά άμεσα και συμπεριλαμβάνει την προετοιμασία μιας διαδικτυακής «μηχανής» πωλήσεων από το τέλος του χρόνου. Επίσης τον Δεκέμβριο πρόκειται να ανοίξει στην Ιαπωνία ένα κατάστημα-ναυαρχίδα εμβαδού 940 τετραγωνικών μέτρων στην κοσμική συνοικία Τζίντζα του Τόκιο.

Φυσικά η Κίνα είναι μια τεράστια αγορά για τον Bulgari. Ηδη ως το 2006 ο οίκος έχει ανοίξει τέσσερα καταστήματα, ενώ στοχεύει να φθάσει στα οκτώ-εννέα προτού λήξει το 2007. «Η Κίνα είναι ένα "πράσινο λιβάδι" για όλους» σχολιάζει. «Η γραφειοκρατία όμως είναι πολύ μεγάλη». Παρ' όλα αυτά διατηρεί την αισιοδοξία του για την ευρύτερη περιοχή. Από την άλλη, η Ινδία χρειάζεται λίγο χρόνο, σε αντίθεση με την «καλπάζουσα» πρόοδο της ρωσικής αγοράς. «Εχουμε πολλούς ρώσους πελάτες σε όλον τον κόσμο και κυρίως στην Ευρώπη» δηλώνει ο επικεφαλής της εταιρείας. «Σε Ρώμη, Βιέννη, Παρίσι, Βερολίνο, Λονδίνο. Οι ρώσοι πελάτες ήταν ανύπαρκτοι για εμάς πριν από πέντε χρόνια. Σήμερα αποτελούν μια πραγματικότητα».

Εκτός όμως από τα νέα καταστήματα, ο ιταλικός οίκος προσπαθεί να ενισχύσει και τη χονδρική πώληση της ωρολογοποιίας του. Η Swatch Group, η Richemont και η LVMH, οι τρεις εταιρείες που επικρατούν στη βιομηχανία της ωρολογοποιίας και σε μικρότερο βαθμό των κοσμημάτων, έχουν δει τις μετοχές τους να φθάνουν στα ύψη τα τελευταία χρόνια.

Μάλιστα οι εξαγωγές των ελβετικών ρολογιών, που υποδηλώνουν και την κυριαρχία τους, άγγιξαν το 1,13 δισ. ελβετικά φράγκα τον Φεβρουάριο του 2007, 21% πάνω σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2006, ενώ αυξήθηκαν συνολικά 15% μέσα σε ένα χρόνο. Το 2006, εξάλλου, οι ετήσιες εξαγωγές ανέβηκαν κατά 10,9%, στα 13,7 δισ. ελβετικά φράγκα. «Οι πωλήσεις των ελβετικών ρολογιών δεν ήταν ποτέ τόσο υψηλές» επιβεβαιώνει ο πρόεδρος της ομοσπονδίας της ελβετικής βιομηχανίας ωρολογοποιίας κ. Ζαν-Ντανιέλ Πας.

Παρ' ότι όμως ο κ. Τραπάνι θα ήθελε να λανσάρει ακόμη πιο ακριβά γυναικεία ρολόγια, η τιμή των οποίων ξεκινά από 1.400 δολάρια, ο αναλυτής κ. Χάρλεϊ πιστεύει πως θα έπρεπε αντιθέτως να διευρύνει τη βάση του οίκου προς τα κάτω σε τιμές και να δώσει ένα πιο σπορ προφίλ. Εξάλλου το σήμα ήδη διαθέτει ρολόγια με πολύτιμες πέτρες που ξεπερνούν τις 20.000 δολάρια. Σήμερα τα ρολόγια Bulgari καλύπτουν το 29% των πωλήσεων της εταιρείας. Τα διόλου ευκαταφρόνητα σε κόστος κοσμήματα αποτελούν το 40%, τα αρώματα το 20%, ενώ τα αξεσουάρ, όπως τσάντες από πύθωνα, φθάνουν στο 10%. Αυτά τα ποσοστά μπορεί να αλλάξουν στα επόμενα χρόνια. «Περιμένουμε ότι τα αξεσουάρ θα αρχίσουν να αναπτύσσονται ταχύτερα από τις άλλες κατηγορίες σε λίγα χρόνια» λέει ο διευθύνων σύμβουλος, ο οποίος εξετάζει το ενδεχόμενο να ανοίξει μερικές μπουτίκ αποκλειστικά με τα επώνυμα αξεσουάρ.


Το ΒΗΜΑ, 29/04/2007


επιστροφή