Τευχος 26



ΠΩΣ ΘΑ ΒΓΟΥΜΕ ΑΠ' ΤΟΝ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ ΤΩΝ ΣΚΟΥΠΙΔΙΩΝ

Απέραντη σκουπιδομάνα, η Ελλάδα είναι ουραγός μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως προς τη διαχείριση απορριμμάτων. Υπό την απειλή βαρύτατων προστίμων και μιας υγειονομικής ωρολογιακής βόμβας καλούμαστε να συμμορφωθούμε. Θα τα καταφέρουμε; Και πώς;

ΤΑΣΟΣ ΚΑΦΑΝΤΑΡΗΣ

Πάνω απ' όλα ο όμιλος Bulgari ανθεί οικονομικά. Το 2006 τα καθαρά του έσοδα αυξήθηκαν κατά 15%, ξεπερνώντας το 1 δισ. ευρώ, με λειτουργικά κέρδη ενισχυμένα κατά 9,2%. Ταυτόχρονα η εισηγμένη, αν και οικογενειακά διοικούμενη, επιχείρηση επιχειρεί να εξουδετερώσει την αίσθηση που δημιουργούν κάποιοι κύκλοι ότι έχει χάσει τον εκλεπτυσμένο της χαρακτήρα και την κομψότητα που τη χαρακτήριζε τις δεκαετίες του 1960 και του 1970.




Τα ατάκτως ερριμμένα απορρίμματα θα γίνουν παρελθόν. Η Ευρώπη κινείται όχι μόνο στον προδιαχωρισμό τους για ανακύκλωση, αλλά και στο ζύγισμά τους για να "πληρώνουμε όσο ρυπαίνουμε"



To γνωρίζαμε "μεταξύ μας" αλλά πρόσφατα το μάθαμε και επίσημα: Περιβαλλοντολογικά μιλώντας, είμαστε χώρα... κατάπτυστη! Μας το είπε η Ευρωπαϊκή Ενωση, με το να μας κατατάξει ουραγό στην ανακύκλωση, μας το θύμισαν οι κινητοποιήσεις των περιοίκων για τη μη διάνοιξη σκουπιδότοπου στη γειτονιά τους, μας το λέει καθημερινά το οδυνηρό τοπίο των πόλεων και χωριών μας. Διότι οι περισσότεροι από μας πρώτα ρυπαίνουμε σε κάθε μας βήμα, έπειτα κατηγορούμε όσους δεν έσπευσαν να μαζέψουν ό,τι πετάξαμε και μετά χτίζουμε δίπλα στον σκουπιδότοπο της περιοχής και φωνάζουμε να τον πάνε αλλού. Και το "αλλού" είναι, βεβαίως, όχι κοντά στους πολλούς υπαιτίους, αλλά στους λίγους ανεύθυνους για τα δικά μας σκουπίδια!

Το κόστος της αδιαφορίας

Μια τέτοια στρεβλή στάση ζωής δεν θεραπεύεται από τη μια στιγμή στην άλλη, καθώς προϋποθέτει τη - χρονοβόρα - αλλαγή νοοτροπίας. Οταν όμως τα πράγματα φθάνουν στο "αμήν" τότε όλοι αποζητούν μια "θεραπεία-σοκ". Και η τωρινή κατάσταση όντως έχει φθάσει σε ένα τέτοιο σημείο: η "Αθήνα των Ολυμπιακών Αγώνων" και η "Θεσσαλονίκη των Βαλκανίων" έχουν κρύψει κάτω από το χαλί του σαλονιού τους έναν βόθρο έτοιμο να εκραγεί και οι καποδιστριακοί δήμοι της τουριστικής μας επαρχίας ασφυκτιούν από τις πρωτόγονες χωματερές. Πολύ χειρότερα, το πρόβλημα δεν είναι πλέον μόνο δικό μας και δεν λύνεται απλώς με τη χωροθέτηση νέων "νεκροταφείων σκουπιδιών". Τώρα η κλιματική και ενεργειακή κρίση του πλανήτη έχουν κάνει την Ευρωπαϊκή Ενωση να αναλάβει τον ρόλο ρυθμιστή, κριτή και δικαστή για όσους "επιμένουν ελληνικά".

Η πρώτη και σίγουρη "ποινή" είναι ότι αν ως το 2010 δεν αντικαταστήσουμε τους υπάρχοντες χώρους υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) με αποδεκτούς τρόπους επεξεργασίας, θα μας επιβληθούν πρόστιμα που φθάνουν τα 17 ευρώ ανά τόνο σκουπιδιών. Με "παραγωγικότητα" 3,5 εκατομμυρίων τόνων στη χώρα μας ετησίως και ετήσια τάση αύξησής τους κατά 3%, μετρήστε πόσο θα μας κοστίζουν τα σκουπίδια... ακόμη κι αν ξεχάσουμε τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην υγεία μας.

Και ο λογαριασμός στο σπίτι...

Έστω όμως ότι θέλουμε αυτή τη θεραπεία-σοκ, έστω ότι συμφωνούμε όλοι στο να αλλάξουν άρδην τα πράγματα. Τι σημαίνει "με αποδεκτούς τρόπους επεξεργασίας"; Απλά ειπωμένο, η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητεί να υιοθετήσουμε μεθόδους και τεχνολογίες που θα διασφαλίζουν πρώτα τη μη επιβάρυνση του περιβάλλοντος (και του κλίματος), μετά την αξιοποίηση των επαναχρησιμοποιήσιμων υλικών (μέσω της ανακύκλωσης), έπειτα την εξαφάνιση από προσώπου γης της εναπομείνασας σκουπιδόμαζας και, τέλος, τη μείωση και όχι αύξηση του ρυθμού παραγωγής της. Το τελευταίο είναι συνδεδεμένο με την αλλαγή νοοτροπίας και ο πιο άμεσος τρόπος που έχει βρεθεί για να αλλάξει αυτή "με το ζόρι" είναι να αυξομειώνονται τα δημοτικά τέλη ανάλογα με τα κιλά σκουπιδιών που βγαίνουν από κάθε σπίτι. Υποχρεώνοντας τους δημότες να χρησιμοποιούν κάδους μεταφοράς με αυτοκόλλητο τσιπάκι-ταυτότητα (όπως οι ηλεκτρονικές ετικέτες RFID των προϊόντων στα καταστήματα) που ζυγίζονται, η Αυστρία μείωσε σε μία δεκαετία τα σκουπίδια της κατά 60%! Πού πήγαν τα υπόλοιπα; Στην ανακύκλωση, που ξεκινάει από τις διαφοροποιημένες σακούλες στο σπίτι.

Για τα πρώτα τρία ζητούμενα, που έχουν να κάνουν με το τι συμβαίνει αφού τα σκουπίδια μας φθάσουν στον κάδο σκουπιδιών του πεζοδρομίου, υπάρχουν ακόμη περισσότερες επιλογές. Είναι το πολιτικο-οικονομικο-τεχνολογικό σταυρόλεξο που οι αρμόδιοί μας λύνουν εδώ και τρεις δεκαετίες. Για να ξέρουμε κι εμείς με τι στοιχεία "παίζουν", ας δούμε τις διαθέσιμες τεχνολογίες επεξεργασίας απορριμμάτων.

Η αξιολόγηση του Τεχνικού Επιμελητηρίου

Στα τέλη Απριλίου το Τεχνικό Επιμελητήριο παρουσίασε τα πορίσματα μελέτης του, σύμφωνα με τα οποία μόνο ένα νέο και εθνικής εμβέλειας σχέδιο - που θα περιορίζει τον αριθμό και το μέγεθος των απαραίτητων υποδομών και ταυτόχρονα θα συνδυάζει τις κατάλληλες τεχνολογίες - είναι δυνατόν να εξασφαλίσει στη χώρα μας την αποτελεσματική διαχείριση των απορριμμάτων που παράγει. Επιπλέον, για την υλοποίηση όλων αυτών των έργων απαιτούνται κεφάλαια της τάξεως των 400-500 εκατ. ευρώ, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να καλυφθούν μόνο από το ελληνικό Δημόσιο ή από κοινοτικούς πόρους. Γι' αυτό το ΤΕΕ τονίζει την ανάγκη συνεργασίας Δημοσίου και ιδιωτών στην τεράστια αγορά διαχείρισης απορριμμάτων που ανοίγει - με μεγάλη καθυστέρηση και υπό την πίεση της ΕΕ - και στην Ελλάδα.

Η μελέτη του ΤΕΕ προχωρά και στην αξιολόγηση των τεχνολογιών που υπάρχουν σήμερα για την επεξεργασία των αστικών στερεών αποβλήτων (ΑΣΑ). Η αξιολόγηση αυτή έχει ως εξής:

* Η αερόβια μηχανική και βιολογική επεξεργασία με ανάκτηση κομπόστ, σε συνδυασμό με ενεργειακή αξιοποίηση (ενδεχομένως και με συμβατική καύση) του RDF (καύσιμο υλικό) που μπορεί να παράγεται από κλάσματα χαρτιού και πλαστικών που δεν ανακυκλώνονται, αποτελεί μία από τις φθηνότερες, διαχειριστικά καταλληλότερες και περιβαλλοντικά προτιμότερες μεθόδους. Το κόστος της (με ανάκτηση των ανακυκλώσιμων υλικών) υπολογίζεται στα 50 ευρώ ανά τόνο απορριμμάτων. Επιπλέον η αερόβια μηχανική και βιολογική επεξεργασία είναι μια τεχνολογία συμβατή με τους στόχους του Πρωτοκόλλου του Κιότο, ενώ το βιοδιασπάσιμο κλάσμα του RDF θεωρείται βιομάζα και απαλλάσσεται των περιορισμών των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

* Η βιολογική ξήρανση, η οποία δοκιμάζεται ήδη σε κράτη της ΕΕ, απαιτεί προσοχή σε δύο κυρίως σημεία. Πρώτον, στο ότι δεν έχει νόημα η εφαρμογή της μεθόδου αν προηγουμένως δεν τεκμηριωθούν και δεν γίνουν αποδεκτοί οι όροι και προϋποθέσεις διαχείρισης του παραχθησομένου προϊόντος και, δεύτερον, στο ότι από τα διαθέσιμα ενδεικτικά στοιχεία του κόστους προκύπτει πως αυτό είναι σημαντικό και αρκετά υψηλότερο από τη μέθοδο της αερόβιας μηχανικής επεξεργασίας. Υπολογίζεται πως το κόστος της μεθόδου φθάνει τα 110-140 ευρώ ανά τόνο απορριμμάτων και τα 200-240 ευρώ όταν συνδυαστεί με αεριοποίηση.

* Η στοιχειομετρική καύση παραμένει επί δεκαετίες σταθερή στις χώρες της ΕΕ, με βάση το ποσοστό των διαχειριζομένων πρωτογενών ΑΣΑ (περί το 20%). Παραμένει επίσης ιδιαίτερα ακριβή μέθοδος, ενώ παράγει σημαντικές ποσότητες ρύπων στους θαλάμους καύσης, που στη συνέχεια πρέπει να κατακρατούνται με εξελιγμένα συστήματα αντιρρυπαντικής προστασίας και να οδηγούνται σε Χώρο Υγειονομικής Ταφής Επικίνδυνων Αποβλήτων (ΧΥΤΕΑ) - χώροι που όμως δεν υπάρχουν στη χώρα μας. Το κόστος υπολογίζεται σε 100-150 ευρώ για κάθε τόνο απορριμμάτων. Αρνητικό στοιχείο της μεθόδου είναι και το γεγονός πως η καύση δεν μπορεί να συνδυαστεί με υφιστάμενα δίκτυα τηλεθέρμανσης (συμπαραγωγής), αλλά και το γεγονός πως λόγω των επικίνδυνων ρύπων που διαφεύγουν στην ατμόσφαιρα συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου.

* Η πυρόλυση και η αεριοποίηση δεν συνιστούν δόκιμες μεθόδους επεξεργασίας των ΑΣΑ, καθώς όπου έχουν εφαρμοστεί δεν έχουν αποδείξει ως σήμερα τη βιωσιμότητά τους. Σε αντίθεση με την επεξεργασία των επικίνδυνων αποβλήτων και ιλύων (προϊόντα βιολογικού καθαρισμού αποβλήτων), όπου κατέχουν αξιόλογο μερίδιο, η πυρόλυση και η αεριοποίηση δεν είναι οι κατάλληλες μέθοδοι για τα στερεά απορρίμματα.

Το ίδιο μήνα, στις 25 Απριλίου 2007, το Ινστιτούτο Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΙΤΑ) παρουσίασε σχετική μελέτη που έκανε για λογαριασμό της ΚΕΔΚΕ. Στη μελέτη αυτή εξετάστηκαν, εκτός από τους ΧΥΤΑ, και τέσσερα διαφορετικά σενάρια που ενσωματώνουν σε διαφορετικούς βαθμούς τεχνικές καύσης με ενεργειακή αξιοποίηση. Ως βέλτιστο, τόσο από οικονομικής όσο και από περιβαλλοντικής απόψεως, κρίθηκε το σενάριο που προβλέπει μηχανική επεξεργασία και καύση των υπολειμμάτων σε τσιμεντοβιομηχανίες και στη ΔΕΗ για την παραγωγή ενέργειας.

Φθάσαμε λοιπόν στη λύση του σταυρόλεξου; Μπορούμε να ελπίσουμε ότι σύντομα θα πάψουμε να είμαστε η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που βασίζεται σε ποσοστό άνω του 92% στην ταφή; Αν οι ελπίδες μας αποδειχθούν φρούδες, ως το 2027 τα σκουπίδια που θα παράγουμε ετησίως θα έχουν φθάσει στο 145% των σημερινών και... ο "βόθρος κάτω από το χαλί" θα ανοίξει και θα μας καταπιεί όλους, ρυπαίνοντες δημότες και σταυρολεκτίζοντες αρμοδίους.




Συμπιεσμένα αλουμινόκουτα, μετά την ανακύκλωση, περιμένουν να ξαναγίνουν καθαρό αλουμίνιο. Μια εικόνα εν πολλοίς άγνωστη ακόμη στους νεοέλληνες




Οι τρόποι επεξεργασίας των απορριμμάτων διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες: βιολογικοί, χημικοί και φυσικοί. Στην κατηγορία των βιολογικών μεθόδων διακρίνουμε την αεροβική και την αναερόβια επεξεργασία, σε εκείνη των χημικών βρίσκουμε την αεριοποίηση, την αποτέφρωση και την πυρόλυση, ενώ στην των φυσικών μεθόδων τον αποστειρωτικό κλίβανο, τον φυσικό διαχωρισμό (MRF) και τη θερμοεπεξεργασία.

Βιολογικές μέθοδοι

Η αεροβική επεξεργασία βασίζεται σε αερόβιους μικροοργανισμούς (βακτηρίδια και συναφή που χρειάζονται οξυγόνο) για το «χώνεμα» των οργανικών σκουπιδιών και τη δημιουργία μιας «κομπόστας» που μπορεί να επιστρέψει στη γη. Τα μειονεκτήματά της είναι ότι χρειάζεται τροφοδοσία με νερό (υδρόλυση των σκουπιδιών), ότι απαλλασσόμαστε μόνο από τα χωνέψιμα (οργανικά) σκουπίδια και ότι εκλύεται διοξείδιο του άνθρακα και θερμότητα (όπερ συμβάλλει δραματικά στην επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής). Η πιο σύγχρονη εκδοχή αυτής της μεθόδου είναι η βιολογική ξήρανση, που λαμβάνει χώρα εντός πλήρως κλειστών, αεριζόμενων βιοαντιδραστήρων.

Η αναερόβια επεξεργασία είναι παρόμοια με την προηγούμενη, αλλά βασίζεται στη... διαστροφή κάποιων βακτηρίων να χωνεύουν σκουπίδια εν απουσία οξυγόνου. Η αποσύνθεση είναι ταχύτερη της αερόβιας, αλλά στα μειονεκτήματά της προστίθεται η δυσοσμία και η έκλυση μεθανίου (που είναι πολύ χειρότερο για την κλιματική αλλαγή από το διοξείδιο του άνθρακα).

Χημικές μέθοδοι

Η αεριοποίηση είναι μια χημική επεξεργασία που μετατρέπει όλο το ανθρακούχο περιεχόμενο των απορριμμάτων σε ένα ρεύμα αερίων, αποτελούμενο κυρίως από μονοξείδιο του άνθρακα, υδρογόνο και μεθάνιο. Μολονότι έχει να αντιμετωπίσει τη διαφυγή οξειδίων του αζώτου στην ατμόσφαιρα, η μέθοδος αυτή παράγει καύσιμο αέριο που μπορεί (μέσω αντίστοιχου εργοστασίου στον χώρο των σκουπιδιών) να μετατραπεί σε ενεργειακό θησαυρό.

Η αποτέφρωση είναι η παραδοσιακή μέθοδος όπου, ως Ελληνες, επιδιδόμαστε αρχαιόθεν. Ωστόσο η αποτέφρωση με σύγχρονα μέσα (στοιχειομετρική καύση) σημαίνει καύση σε κλειστό «εργοστάσιο», όπου υπάρχει σύστημα προδιαχωρισμού των ογκωδών μεταλλικών αντικειμένων και ορυκτών ή των φιαλιδίων υγραερίου (για να μην εκραγούν), εγκατάσταση εξουδετέρωσης των δηλητηριωδών αερίων και σύστημα φίλτρων για την κατακράτηση βαρέων μετάλλων. Ο παραγόμενος ατμός μπορεί να οδηγήσει στροβιλοκινητήρα και να μας δώσει ηλεκτρικό ρεύμα. Στη γη καταλήγει μόνο η στάχτη.

Η πυρόλυση είναι η μέθοδος καταστροφής των σκουπιδιών μέσω θέρμανσης σε απουσία αέρα. Μοιάζει με εκείνη της παραγωγής κοκ άνθρακα. Το ότι τα σκουπίδια δεν υποβάλλονται στις υψηλές θερμοκρασίες της αποτέφρωσης οδηγεί στην έκλυση πολύ λιγότερων επιβλαβών αερίων. Ωστόσο αφενός μια τέτοια εγκατάσταση χρειάζεται πολύ συνεπή συντήρηση, αφετέρου παράγει μία λυματολάσπη που ενδέχεται να περιέχει καρκινογόνες και τοξικές ουσίες.

Φυσικές μέθοδοι

Ο αποστειρωτικός κλίβανος (γνωστός και ως μηχανοθερμική επεξεργασία - ΜΗΤ) χαρακτηρίζεται από τη διοχέτευση ατμού ή καυτού νερού στα σκουπίδια, που αποσυνθέτει την κυτταρίνη και αποστειρώνει τα απορρίμματα. Στα πλεονεκτήματά του περιλαμβάνεται το ότι μας δίνει ανακυκλώσιμα υλικά αρκετά καθαρισμένα (όπως μέταλλα και γυαλί), τα πλαστικά μέρη βγαίνουν σαν μια ομογενοποιημένη μάζα, η κυτταρίνη γίνεται ένα χρήσιμο και καύσιμο γκρι συσσωμάτωμα και μεγάλο μέρος του αρχικού ατμού μπορεί να αξιοποιηθεί.

Ο φυσικός διαχωρισμός δεν απέχει από τη δουλειά που κάνουν ήδη οι ρακοσυλλέκτες στις χωματερές: πρόκειται για την εξαγωγή των χρήσιμων και επαναχρησιμοποιήσιμων υλικών από τα άχρηστα. Ανά την Ευρώπη υπάρχουν ήδη αρκετά εργοστάσια που επιδίδονται στο άθλημα, αλλά - κακά τα ψέματα - το εργατικό κόστος κάνει τα περισσότερα σκουπίδια να μεταναστεύουν στην Αφρική και στην Ασία. Οπότε κάποιοι επιχειρηματίες μπορεί να θησαυρίζουν και η κατάταξή μας στον πίνακα ανακύκλωσης να βελτιώνεται, αλλά το περιβάλλον κάποιων εξωτικών περιοχών του πλανήτη γίνεται κόλαση.

Η θερμοεπεξεργασία, τέλος, συνδυάζει τα πλεονεκτήματα της χρήσης νερού και θερμότητας για την αποσύνθεση των σκουπιδιών. Κατά την επεξεργασία, διαχωρίζεται η βιομάζα σε ξηρό υλικό για θάψιμο ή καύση και σε μια αξιοποιήσιμη μάζα λεπτών ινών.

Καμία μέθοδος δεν θεωρείται η τέλεια για κάθε μέγεθος και τύπο δήμου. Για να γίνει μια σωστή ανά τόπο επιλογή, το βρετανικό ΠΕΧΩΔΕ παρέχει ειδικό λογισμικό (το ονόματι WRATE) που βοηθά τους δήμους να «ζυγίσουν» το πια επεξεργασία απορριμμάτων είναι η πιο κατάλληλη γι' αυτούς.


Το ΒΗΜΑ, 06/05/2007


επιστροφή