Τευχος 14



Αυξημένη κατά 31% η καθαρή κερδοφορία του μεταποιητικού τομέα της Σοφοκλέους, αν και το ήμισυ των εταιρειών απώλεσε κέρδη

ΜΕΡΙΣΜΑΤΑ 800 εκατ. ευρώ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ


Υποχώρηση παρουσιάζουν τα λειτουργικά περιθώρια κέρδους

XP. ΚΟΡΦΙΑΤΗΣ


ΔΕΝ EINAI μόνο ο χρηματοοικονομικός τομέας αυτός που διόγκωσε την κερδοφορία του το 2005, οδηγώντας σε άνοδο των συνολικών καθαρών κερδών των εισηγμένων στη Σοφοκλέους επιχειρήσεων κατά 39%. Εξίσου "μαγική" είναι η εικόνα που εμφανίζει ως σύνολο - παρ' όλο που οι αναλυτές δεν έδωσαν τη δέουσα προσοχή - ο βιομηχανικός τομέας. Λαμβανομένων υπόψη 145 επιχειρήσεων, αμιγώς βιομηχανικών, εμποροβιομηχανικών με σημαντική παραγωγική δραστηριότητα και συμμετοχικών και συναφών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο ή σε μεγάλο βαθμό στη βιομηχανία, τα ενοποιημένα μετά τους φόρους και τα δικαιώματα μειοψηφίας καθαρά κέρδη του τομέα αυξήθηκαν θεαματικά τον χρόνο που πέρασε. Αν οι εταιρείες αυτές ήταν μία, τα κέρδη θα ήταν αυξημένα κατά 31%.

Μόλις μία στις δύο βιομηχανίες της Σοφοκλέους βελτίωσε την κερδοφορία της, ενώ αυξήθηκε στο 29% του συνόλου, από 36 σε 42, ο αριθμός των ζημιογόνων. Παράλληλα οι λειτουργικές ταμειακές ροές, οι οποίες συχνά έχουν μεγαλύτερη αξία απ' ό,τι τα καθαρά κέρδη, παρουσίασαν ισχνή βελτίωση.

H καταγραφόμενη σχεδόν όλα τα τελευταία χρόνια υποχώρηση των λειτουργικών περιθωρίων κέρδους επιταχύνθηκε, καθώς το μεικτό περιθώριο, ο κυριότερος ίσως δείκτης που "μετράει" στη βιομηχανία, μειώθηκε κατά 1,8 εκατοστιαίες μονάδες από 24,2% σε 22,4%. H χρονιά "σώθηκε" χάρη στις σημαντικά υψηλότερες πωλήσεις, οι οποίες οφείλονται βεβαίως κατά πρώτο λόγο στην άνοδο των διεθνών τιμών πολλών προϊόντων και κατά δεύτερο στην ενσωμάτωση νέων θυγατρικών, αφού δεν υπήρξε άνοδος του όγκου πωλήσεων. Οι επιχειρήσεις αναγκάστηκαν, λόγω του ανταγωνισμού, να αυξήσουν τις τιμές των προϊόντων τους λιγότερο απ' ό,τι το κόστος παραγωγής. Οπως αναμενόταν όμως, η αύξηση των πωλήσεων σε αρκετούς κλάδους δημιούργησε περιθώρια για μεγαλύτερα κέρδη.

* Τα έκτακτα έσοδα
H εγγραφή υψηλών συγκυριακών κερδών, κυρίως λόγω υπεραξιών και εκτάκτων μη επαναλαμβανόμενων εσόδων, σε συνδυασμό με τον περιορισμό των αποσβέσεων, τη συμπίεση του χρηματοοικονομικού κόστους και τα οφέλη που προκύπτουν από τη μείωση των συντελεστών φορολόγησης, είναι οι παράγοντες που εκτίναξαν τελικά κατά 30,9% τη συνολική κερδοφορία του τομέα, όπως φαίνεται στον σχετικό πίνακα, από 1,43 δισ. ευρώ το 2004 σε 1,87 δισ. ευρώ το 2005. Τα πρόσθετα κέρδη, ενισχυμένα κατά βάση από τον πετρελαϊκό κλάδο, ανέρχονται στο διόλου αμελητέο ποσό των 442,7 εκατ. ευρώ.

Αν εξαιρεθούν όμως οι όμιλοι διύλισης πετρελαίου ΕΛΛΠΕ και Μότορ Οϊλ, καθώς και αυτοί των επιχειρήσεων Μυτιληναίος και Ηρακλής, που οφείλουν σε μεγάλο βαθμό σε έκτακτα κέρδη τη γιγάντωση της κερδοφορίας τους, τα συνολικά, ενοποιημένα καθαρά κέρδη του βιομηχανικού τομέα της Σοφοκλέους παρουσιάζουν μείωση κατά 2,6%, κυρίως λόγω των υψηλών απωλειών κερδών που κατέγραψε η βιομηχανία ηλεκτρισμού, ενώ η μείωση είναι ακόμη μεγαλύτερη αν ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα σε εταιρικό επίπεδο και όχι σε ενοποιημένη βάση, αφού για μία ακόμη χρονιά οι θυγατρικές του εξωτερικού τόνωσαν αποφασιστικά την κερδοφορία, υπερκαλύπτοντας απώλειες από τις εγχώριες παραγωγικές δραστηριότητες. Σε ό,τι αφορά τον πετρελαϊκό κλάδο, τα πρόσθετα σε σχέση με το 2004 κέρδη των δύο ομίλων διυλιστηρίων ανήλθαν σε 220,1 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 50% της αύξησης των συνολικών, ενοποιημένων κερδών του τομέα.

Γενικότερα μόνο 71 εταιρείες (49%) βελτίωσαν το καθαρό αποτέλεσμά τους, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες 74 εταιρείες (51%) που είτε εμφάνισαν μειωμένα κέρδη ή υψηλότερες ζημιές είτε πέρασαν από κέρδη σε ζημιές. Στη βελτίωση των συνολικών κερδών συνέβαλαν κατά 70% οι επιχειρήσεις που ήταν κερδοφόρες το 2004 και κατά 30% αυτές που το ίδιο έτος ήταν ζημιογόνες, αφού οι σταθερά ζημιογόνες (24) μείωσαν κατά 82,9 εκατ. ευρώ τις ζημιές τους και αυτές που επέστρεψαν στην κερδοφορία (12) βελτίωσαν κατά 48,6 εκατ. ευρώ το συνολικό αποτέλεσμα. Περισσότερες (18) πέρασαν σε ζημιές από κέρδη και λιγότερες (12) το αντίθετο, ενώ από τις σταθερά κερδοφόρες (91) οι 46 είχαν μεγαλύτερα και οι 45 μικρότερα κέρδη.

Αξίζει να σημειωθεί όμως ότι αρκετές εταιρείες, όπως αυτές του ομίλου Βιοχάλκο, εμφάνισαν το 2004 σημαντικά υψηλά καθαρά κέρδη, λόγω αναβαλλόμενης φορολογίας, με αποτέλεσμα να προκύπτει αισθητή μείωση της κερδοφορίας τους το 2005, ενώ άλλες επιβάρυναν αναδρομικά τα αποτελέσματα του 2004 με συγκεκαλυμμένες ζημιές, στο πλαίσιο της εφαρμογής για πρώτη φορά των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης, εμφανίζοντας το 2005 εντυπωσιακή βελτίωση κερδοφορίας.

Σε γενικές γραμμές η εφαρμογή των νέων λογιστικών προτύπων συνέβαλε σημαντικά, μέσω του περιορισμού των αποσβέσεων, στη διόγκωση της κερδοφορίας. Είναι ενδεικτικό ότι οι συνολικές αποσβέσεις των 145 εταιρειών, οι οποίες σε απόλυτους αριθμούς μειώθηκαν κατά 2,1%, αντιστοιχούν στο 5,2% των πωλήσεων το 2005, από 6,1% το 2004. Το όφελος των τελικών αποτελεσμάτων από τη μείωση των συντελεστών απόσβεσης υπολογίζεται ότι ανέρχεται τουλάχιστον σε 150 εκατ. ευρώ. Για τον λόγο αυτό, ενώ τα μεικτά κέρδη αυξήθηκαν κατά 6% και τα κέρδη προ αποσβέσεων, τόκων και φόρων (EBITDA) κατά 7%, τα κέρδη προ τόκων και φόρων (ΕΒΙΤ) εμφανίζουν άνοδο 13,6%. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό αφενός με τη μείωση των χρηματοοικονομικών και λοιπών μη λειτουργικών επιβαρύνσεων κατά 55% και αφετέρου με την περιορισμένη αύξηση των φόρων και των κερδών που αναλογούν σε τρίτους μετόχους, οδήγησε στην άνοδο των κερδών προ φόρων και δικαιωμάτων μειοψηφίας κατά 26,6% και των καθαρών κερδών κατά 30,9%. H καθίζηση της κερδοφορίας της ΔΕΗ υπερκαλύφθηκε άλλωστε από την εκτίναξη των κερδών της Coca-Cola 3Ε, τα οποία στις δημοσιευόμενες λογιστικές καταστάσεις εμφανίζονται αυξημένα κατά 189%, αν και η επιχείρηση έχει εξηγήσει ότι σε απολύτως συγκρίσιμη λογιστική απεικόνιση η αύξηση είναι της τάξεως του 20%.

* H εικόνα των κλάδων
Σε κλαδικό επίπεδο η κερδοφορία του κλάδου των τροφίμων και ποτών εμφανίζεται σημαντικά αυξημένη, κυρίως χάρη στις επιδόσεις της βιομηχανίας αναψυκτικών, ενώ ο πετρελαϊκός παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση (90%). Στις επιχειρήσεις παραγωγής και επεξεργασίας μετάλλων προκύπτει άνοδος λόγω μη λειτουργικών εσόδων, καθώς οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν μπόρεσαν να μετακυλίσουν το σύνολο της ανόδου των τιμών των πρώτων υλών, ενώ οι εταιρείες τσιμέντου και άλλων δομικών υλικών βελτίωσαν την κερδοφορία τους, εν μέρει για παρόμοιο λόγο. Τα κέρδη των εταιρειών Τιτάν και Ηρακλής αυξήθηκαν κατά 95,6 εκατ. ευρώ (35%). Σημαντική βελτίωση κερδοφορίας παρουσίασε ο κλάδος των πλαστικών, αντίθετα απ' ό,τι συνέβη στους κλάδους ξυλείας, εκδόσεων και εκτυπώσεων, ενώ ο κλωστοϋφαντουργικός κλάδος, χάρη σε καταγραφή μειωμένων ζημιών εκ μέρους του ομίλου Κλωνατέξ, μείωσε τις ζημιές του, αν και οι περισσότερες επιχειρήσεις εμφανίζουν επιδείνωση αποτελεσμάτων.


ΣΥΓΚΡΑΤΗΜΕΝΗ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ
Οι απαιτήσεις των μετόχων


H αίσθηση πάντως πραγματικής ευημερίας που επικρατεί σε αρκετές, κυρίως μεγάλες εταιρείες, σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις των μετόχων τους, ωθεί προς τα πάνω τα συνολικά μερίσματα, αν και σε συγκρατημένη κλίμακα, ανάλογη της λειτουργικής βελτίωσης.

Με πρωταγωνίστριες τις εταιρείες διύλισης, οι οποίες για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια υποσκέλισαν τη ΔΕΗ, οι βιομηχανικές και εν γένει οι δραστηριοποιούμενες κυρίως στον βιομηχανικό τομέα εταιρείες της Σοφοκλέους θα διανείμουν εφέτος ως μερίσματα στους μετόχους τους, όπως προκύπτει από τις επίσημες δηλώσεις τους, περί τα 800 εκατ. ευρώ. Το συνολικό αυτό ποσό είναι αυξημένο κατά 6% σε σχέση με τα μερίσματα που είχαν δοθεί το 2004 και θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο αν οι αρμόδιες αρχές δεν είχαν θέσει περιορισμούς, ώστε η μερισματική πολιτική να είναι συμβατή με την τρέχουσα κερδοφορία.

Σε σύγκριση με το 2004 ο αριθμός των επιχειρήσεων που διανέμουν μέρισμα είναι μειωμένος, αφού εφέτος, σύμφωνα με τα ως τώρα στοιχεία, οι εταιρείες αυτές δεν ξεπερνούν τις 77, δηλαδή το 53% του συνόλου, έναντι 66% πέρυσι. Αυξημένα μερίσματα χορηγούν και ορισμένοι όμιλοι που είδαν τα κέρδη τους να υποχωρούν, αφού η Βιοχάλκο και οι θυγατρικές της διανέμουν συνολικά μερίσματα ύψους 41,5 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 21%.


Το ΒΗΜΑ, 23/04/2006



επιστροφή